Σάββατο 12 Μαΐου 2012

ΤΣΙΧΛΑ ΚΑΙ ΚΟΤΣΥΦΑΣ



                                                                                                                      ΤΣΙΧΛΑ 

Οι κεδρότσιχλες, οι κοκκινότσιχλες, οι γερακότσιχλες και τα κοτσύφια ανήκουν στην οικογένεια των κιχλίδων. Ξεκινούν να έρχονται στη χώρα μας από τα μέσα Σεπτεμβρίου για να μείνουν ως το τέλος της κυνηγετικής περιόδου (29 Φεβρουαρίου). Ας δούμε όμως τις ιδιαιτερότητες - ως προς τη θήρευσή του και όχι μόνο - που έχει κάθε μέλος αυτής της μεγάλης οικογένειας. 
Επιδημικό είδος, η τσίχλα το καλοκαίρι ζει στα ορεινά δάση και τις κοιλάδες, με τα πρώτα κρύα του φθινοπώρου , κατεβαίνει σε χαμηλότερα μέρη. Ωστόσο , είναι κυρίως γνωστός σαν χειμωνιάτικος επισκέπτης , όταν πολλές Τσίχλες καταφθάνουν από τις βόρειες χώρες. 
Το λατινικό όνομα αυτού του πουλιού τα λέει όλα. Το πλούσιο κελάηδημα της της Τσίχλας, δυνατό κι ευχάριστο, γεμάτο στροφές και με εναλλαγές, δίνει ζωή στην ύπαιθρο από τα μέσα του Γενάρη. 
Μήκος 23 εκατοστών, έχει ράχη καστανόχρωμη , στήθος και πλευρά κιτρινωπά-κρεμ με μικρές σκοτεινές κηλίδες.Το στήθος της είναι στικτό και η κάτω επιφάνεια στις φτερούγες έχει χρώμα κίτρινο-κρεμ. Πετάει ίσια και γρήγορα. Συχνά ψάχνει για την τροφής της στο έδαφος, κυρίως έντομα, σκουλήκια, σπόρους. Το χειμώνα την βλέπουμε στους ελαιώνες. 
Φωλιάζει σε θάμνους και δέντρα, όπου το θηλυκό γεννάει δύο φορές , τον Απρίλιο - Ιούλιο από 5-6 αυγά. Κλωσάει μόνο το θηλυκό για δύο εβδομάδες περίπου. Τα μικρά πετούν μετά από 12-15 ημέρες. 
Εχθρούς, έχει όλα τα μικρά αρπακτικά, όπως και τα κορακοειδή. 
Υπάρχουν πολλά είδη τσίχλας όπως Γερακότσιχλα - Κοκκινότσιχλα  - Τσαρτάρα  - Κερδότσιχλα.   
                                                             ΓΕΡΑΚΟΤΣΙΧΛΑ
Είδος κυρίως αποδημητικό - ενδημικό σε μικρό πληθυσμό, η γερακότσιχλα αναπαράγεται τον Μάρτιο, γεννά 1-2 φορές τον χρόνο 4 ως 6 αβγά τη φορά και η επώαση διαρκεί δώδεκα ημέρες.
Το μήκος της κυμαίνεται από 28 ως 30 εκατοστά και είναι το μεγαλύτερο από τα υπόλοιπα είδη της οικογένειας των κιχλίδων. H αναπαραγωγή της γίνεται στις σκανδιναβικές χώρες. 
Στην Ελλάδα έρχεται από τα μέσα Οκτωβρίου. Το συγκεκριμένο θήραμα μπορεί να το κυνηγήσει κανείς στο καρτέρι με σκάγια φυσιγγίου νούμερο 7 και 8 και με όπλο αλληλεπίθετο (σούπερ ποζέ) ή πλαγιόκαννο (δίκαννο) με μήκος κάννης 71 εκατοστά ή 76 εκατοστά κατά περίπτωση ή με αυτογεμές (καραμπίνα) με μήκος κάννης 66 εκατοστά και άνω. Ενδεικτικό τσοκάρισμα των καννών είναι στη γλώσσα των κυνηγών τρία άστρα (***)] ή ο βελτιωμένος κύλινδρος (****).
                                                                 ΚΕΔΡΟΤΣΙΧΛΑ
H κεδρότσιχλα είναι το δεύτερο μεγαλύτερο είδος της οικογένειας των κιχλίδων, με μήκος το οποίο κυμαίνεται από 25 ως 27 εκατοστά. Τα φτερά, ο σβέρκος, η πλάτη και το επάνω μέρος της ουράς έχουν διχρωμία από την «παλέτα» του γκρίζου. Στο στήθος της έχει στρογγυλές μαύρες βούλες. 
Το εν λόγω θήραμα αναπαράγεται 1-2 φορές τον χρόνο στις σκανδιναβικές χώρες, ενώ το κυνήγι της, όσον αφορά όπλο, φυσίγγια, τσοκ κτλ., δεν διαφέρει σημαντικά από αυτό της γερακότσιχλας.
                                                          ΚΟΚΚΙΝΟΤΣΙΧΛΑ         
H κοκκινότσιχλα είναι από τα πιο μικρά σε μέγεθος είδη της οικογένειας των κιχλίδων. Είναι κατ' εξοχήν αποδημητικό πτηνό και το συναντούν οι έλληνες κυνηγοί κυρίως τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο στα λεγόμενα επιστρόφια. 
H Turdus Iliacus, όπως είναι η επιστημονική της ονομασία, πετάει κοπαδιαστά σε μεγάλους πληθυσμούς, ο χρωματισμός της παρουσιάζει οβάλ κηλίδες στο στήθος και στην κοιλιά ενώ διατηρεί κόκκινο χρωματισμό κάτω από τις φτερούγες και άσπρη κηλίδα πάνω από το φρύδι. 
Αναπαράγεται τον Απρίλιο και για το κυνήγι της χρησιμοποιούνται σκάγια φυσιγγίου νούμερο 8 ή 9, ενώ το κρέας της είναι αρκετά πιο σκληρό από αυτό της κοινής τσίχλας.
                                                     ΚΕΛΑΪΔΟΤΣΙΧΛΑ `Η  ΤΣΙΧΛΑ 
H  τσίχλα στη γλώσσα των κυνηγών, μοιάζει σημαντικά με τη γερακότσιχλα αλλά είναι μερικά εκατοστά μικρότερη στο μέγεθος (ολικό μήκος περίπου 23 εκατοστά). 
H αναπαραγωγή της γίνεται τον Μάρτιο και γεννά 2, 3 ακόμη και 4 φορές τον χρόνο από 4 ως 6 αβγά. H αναπαραγωγή της γίνεται στη Βόρεια Ευρώπη. Είναι κατ' εξοχήν αποδημητικό είδος και το κυνήγι της γίνεται με σκάγια νούμερο 8, 9 ή 10.



                                                                                                                ΚΟΤΣΥΦΑΣ
Ο κότσυφας έχει μήκος 25 εκατοστά και ο αρσενικός έχει μαύρο γυαλιστερό πτέρωμα με κίτρινη μύτη, ενώ ο θηλυκός έχει ανοιχτό μαύρο χρώμα με μαύρη μύτη. Είναι αποδημητικό και ενδημικό είδος και γεννά 2 φορές τον χρόνο 4 ως 5 αβγά. 
Οι πληθυσμοί συγκεντρώνονται τον Σεπτέμβριο από ολόκληρη τη Βορειοδυτική Ευρώπη στη Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια μεταναστεύουν σε τέσσερα διαφορετικά κύματα. 
Τα 2 μεγαλύτερα κάνουν τη διαδρομή Ισπανία - Γιβραλτάρ - Αφρική και Βουλγαρία - Τουρκία - Αφρική, ενώ τα δύο μικρότερα τηρούν τη διαδρομή Ιταλία - Αφρική και Ελλάδα - Αφρική. 
Κατά τη μετανάστευσή της η τσίχλα πετά στα 3.500 μέτρα, ενώ η γερακότσιχλα φθάνει ακόμη και τα 3.900 μέτρα. Μετά την αποδημία και την εγκατάστασή της στα θερμότερα μέρη, η τσίχλα πραγματοποιεί μετακινήσεις μικρής εμβέλειας για να εξασφαλίσει την τροφή της. 
Παρ' ότι τα είδη της τσίχλας είναι αρκετά, το κυνήγι τους έχει κοινά χαρακτηριστικά. Γίνεται με δύο τρόπους: Με περπατητό κυνήγι και με καρτέρι. Συνήθως οι περισσότεροι κυνηγοί εφαρμόζουν και τους δύο τρόπους. 
Το καρτέρι περιέχει 3 στάδια κατά τη διάρκεια της ημέρας. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι κανένα από αυτά τα στάδια δεν περιέχει την ίδια τουφεκιά - και αυτό διότι η τσίχλα έχει εντελώς διαφορετικό πέταγμα και προορισμό.
Στήνοντας καρτέρι
* Καρτέρι κατά τη διάρκεια της ανατολής του Ηλίου. Το θήραμα βγαίνει από τη φωλιά (πυκνό βουνό) κατευθυνόμενο προς τα χαμηλότερα μέρη (ελαιώνα ή πεδιάδα). H διάρκεια είναι μισή ως μία ώρα. H κατεύθυνση συγκεκριμένη: από το βουνό (πυκνό) προς την πεδιάδα. 
* Καρτέρι αναζήτησης τροφής. Μετακινήσεις τοπικές (μέσα στον ελαιώνα ή στα πυκνά). Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον διότι έχει διαφορετικές τουφεκιές και αυτό είναι αυτονόητο να το καταλάβει κανείς από την κατεύθυνση που έχει το θήραμα. 
Οπως λέγεται στην κυνηγετική γλώσσα, έρχονται από παντού. Τα τελευταία χρόνια - και σε αυτό θα συμφωνούν όλοι - το θήραμα αυτό έχει λιγοστέψει. 
Το συγκεκριμένο στάδιο σπάνια κυνηγιέται μετά τις 11-12 ώρα και αυτό διότι τα πουλιά «κόβουν». * Απογευματινό καρτέρι. Το θήραμα έχει αντίθετη κατεύθυνση από το πρώτο στάδιο καρτεριού. Δηλαδή κατευθύνεται από τους ελαιώνες προς τα πάνω (πυκνά - βουνό) με συγκεκριμένη φορά.
Στο περπατητό
Το κυνήγι της τσίχλας στο περπατητό είναι δύσκολο κυνήγι, είτε πραγματοποιείται μέσα στα ελαιόδενδρα είτε στα σκίνα και στους θάμνους. Το συγκεκριμένο κυνήγι δεν έχει επιτυχία αν γίνεται από έναν κυνηγό. Συνήθως απαιτείται παρέα τριών ή τεσσάρων ατόμων κυνηγώντας με συντονισμό. 
Προϋποθέτει σκοπευτική δεινότητα - άρα είναι από τα δύσκολα κυνήγια σε ό,τι αφορά την επιτυχία κάρπωσης του θηράματος, ενώ απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στις χαμηλές τουφεκιές, για να μην υπάρξει τραυματισμός ανθρώπου. Το περπατητό κυνήγι της τσίχλας αποτελεί μια πολύ καλή άσκηση εξοικείωσης με το όπλο (σωστή επώμιση).
Οχι στους «κασετο-φoνιάδες»!
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε το σημαντικό πρόβλημα - συνήθεια των τελευταίων ετών - που προκαλούν η αδεξιότητα, ο νεοπλουτισμός και η πονηριά: τους ηλεκτρονικούς «κράχτες». 
Φαινόμενο εκ διαμέτρου αντίθετο με την παράδοση του κυνηγιού. 
Το φαινόμενο αυτό, πέραν του ότι είναι ποινικό αδίκημα, θα πρέπει να καταδικάζεται από το σύνολο της κυνηγετικής οικογένειας και να απομονώνονται οι παραβάτες. 

Αυτό το είδος «απάτης» και παράβασης του «όρκου» και της παράδοσης του σωστού κυνηγού θα πρέπει να είναι παράδειγμα προς αποφυγήν, δεδομένου ότι εφαρμόζεται από αδέξιους και ανήθικους «κασετοφων(ι)άδες» κυνηγούς, οι οποίοι χρησιμοποιούν μέσα αναπαραγωγής ήχου (κασετόφωνα) για να παγιδεύσουν με ανορθόδοξο τρόπο το θήραμά τους.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΠΗΓΗ:gpeppas


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου