Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Γράφει ο αείμνηστος Ιερέας Ερατεινού Παπαγιώργης......


IC    XC
NI    KA
                    Ερατεινό
                      1-5-86

      Μεγάλη Πέμπτη βράδυ
  Καλά και αγαπητά μου παιδιά, για Σας   που μείνατε απόψε στον Ιερό μας Ναό και στέκεσθε  με δέος μπροστά στον Κύριο που σταυρωμένος έχει τα χέρια του ανοιχτά καρφωμένα  στο ξύλο του Σταυρού, και καλεί όλη την ανθρωπότητα εις μετάνοιαν δια να την σώση και να την λυτρώση από όλα τα κακά που την βρίσκουν, να της χαρίση δε την χαράν της παρούσης ζωης  και την αγαλίασιν της αιωνίου μακαριότητος εις τον Ουρανόν, έγραψα μερικά από τα συναισθήματα που διακατέχουν την συγκινημένην ψυχήν μου μπροστά στο μεγαλείο της υπερτάτης θυσίας του φιλανθρώπου  Kυρίου μας.
  Εγκαταλείπει τα πλούτη και την δόξαν που έχει στον Ουρανόν  ο Κύριος μεταξύ των μυριάδων αγγέλων, διότη η φιλάνθρωπη ψυχή Του  δεν αντέχει να βλέπη τον άνθρωπον να τυρανιέται  από  τον μισάνθρωπον διάβολον  που τον έριξεν εις τον λάκον της  αμαρτίας και  εξουσιάζει την ψυχήν του και τον γεμίζει με άγχος  και αγωνία  και τον απειλεί με μύρια κακά, χειρότερο των οποίων είναι αδελφοί μου η αιωνία  του τιμωρία μέσα στα μαρτύρια της αιωνίου κολάσεως.
  Πρέπει να σωθή αυτός ο ταλαίπωρος άνθρωπος, διότι ο φιλάνθρωπος Κύριος παρόλες τις αμαρτίες  που διαπράττει ο άνθρωπος τον αγαπά περισσότερο από όλα τα πλάσματά Του. Και ενώ όλα τα άλλα πλάσματά του είναι πάντα έτοιμα να τον υπακούσουν, τον ανυπάκουον άνθρωπον περισσότερο από εκείνα τον αγαπά, διότι είναι  το τελειότερον από όλα τα ορατά δημιουργήματά Του.
     Τι αγάπη είναι αυτή που έχεις για μας τα άσωτα παιδιά Σου φιλανθρωπότατε Κύριε;
   Θωρούμε στον Σταυρό την πονεμένη  μορφή Σου  και με ιερόν δέος  κάνουμε μίαν αναδρομή στην επί γης έλευσί  Σου  και την όλην ταπεινήν και φιλάνθρωπον πορεία Σου. Που κατέληξε φιλάνθρωπε Κύριε πού; Ω φιλανθρωπότατε και αναμάρτητε Κύριε, κατέληξε στον Σταυρό. Διότι  χωρίς τον δικό Σου Σταυρό  σωτηρία και έλεος για  μας τους ταλαίπωρους Κύριε δεν υπάρχει.
   Προσκυνούμεν Σου τα πάθη Χριστέ. Μας, προσκυνούμεν την αναμάρτητον αγίαν ψυχή Σου, προσκυνούμε τα καρφιά που Σου κατατρύπησαν την αγνοτάτη σάρκα Σου, που ήλους τους ονομάζει η αγία Εκκλησία μας  και το ακάνθινο στεφάνι Σου προσκυνούμεν Κύριε που κατετραυμάτισε την αγίαν κεφαλήν Σου, προσκυνούμεν τον καταματωμένον Σταυρόν Σου που έγινε όπλο και αιτία της δικής μας  σωτηρίας. Προσκυνούμεν την λογχισθείσαν υπό του ρωμαίου στρατιώτου Αγίαν πλευράν Σου, από την οποίαν έτρεξε η Ζωή η αιώνια η δική μας, το τίμιον αίμα Σου.
    Γεννήθηκες Χριστέ μας στην φάτνη των αλόγων από την πάναγνον παρθένον κόρην Μαρίαν, διότι άλλος τόπος  που να σε δεχθή στην αμαρτωλή μας την γη, για Σένα Κύριε δεν υπήρχε. Δεν ήλθες σαν βασιλιάς  αλλά  ήλθες και πήρες του δούλου την μορφήν. Επτώχευσες Κύριε για να πλουτίσης ημάς και να μας χαρίσης το χάρισμα της υιοθεσίας που χάσαμε, διότι αγαπήσαμε την αμαρτίαν  και υποδουλωθήκαμε εις αυτήν. Ηλθες για να μας ονομάσης αγαπητά Σου παιδιά, ενώ εμείς είμαστε οι ανάξιοι σαν το άσωτο παιδί εφ όσον αντί να σε τιμήσουμε  με τα άγια έργα μας,  επροτιμήσαμε τον δρόμο της κακότητος,  της απιστίας, της δολιότητος, της διαφθοράς, την οδόν της εκδικητικότητος, την δουλείαν του μίσους, το άρρωστον συναίσθημα της ευθυξίας και το άλογον πάθος της υπερηφανείας. 
   Κύριε ποιος μπορεί να περιγράψη τα απερίγραπτα; Ποιός μπορούσε να φανταστή ότι ο απρόσιτος (απλησίαστος)  Θεός, ο Θεός των αγγέλων, ο Θεός των κυριοτήτων  ο Θεός των επουρανίων δυνάμεων, ο Θεός  της δημιουργίας και της συντηρήσεως όλου του ορατού και αοράτου κόσμου, ο Θεός ο άκτιστος, ο προ αιώνων υπάρχων Θεός, θα έφτανε σε τόση μεγάλη ταπείνωση  να γίνη ένας απλός πτωχός άνθρωπος, να γεννηθή  μέσα σε σταύλο, για να βγάλη ημάς  από τον σταύλον της ακαθαρσίας  και να μας αξιώση να γίνουμε βασιλόπουλα: αιώνια δικά Του  με τους αμέτρητους θησαυρούς των Ουρανών  και την λαμπότητα πλέον των δικών Του αξίων υιοθετημένων τέκνων  μέσα στα ουράνια παλάτια του;
         Και τώρα Κύριε ω μεγάλε μας Κύριε. Τώρα στον Σταυρό. Πονεμένο το πρόσωπό Σου Κύριε. Πονεμένο διότι πάνω σ αυτό το πανάγιο πρόσωπό Σου έπεσαν και πέφτουν οι παρανομίες οι δικές μας, οι ύβρεις, οι χλευασμοί και οι ειρωνείες  και τα ουά εκείνων που σε σταύρωσαν, αλλά και όλων των συγχρόνων εχθρών Σου που Σε βλασφημούν και σε ποτίζουν χολήν και ξύδι με την απιστία και το μίσος ενάντίον Σου.
 Πονεμένο Κύριέ μας το πρόσωπό Σου αλλά το βλέμα γλυκό. Γλυκό Κύριε. Γλυκύτατο το βλέμα Σου, διότι είσαι ο Θεός της υπερτάτης Αγάπης, ο Θεός των μετανοούντων, που λυπάσαι τον άνθρωπον, εμάς τα άσωτα και αμαρτωλά παιδιά Σου.
    Κυνηγημένος από τον σκληρόν Ηρώδη τότε έφυγες στην  Αίγυπτο Κύριε. Ετσι σε κυνηγάει και σήμερα ο παράλογος τεχνοκρατικός πλουτισμός μας. Σύ όμως τότε έφυγες αλλά και τώρα φεύγεις όταν βλέπεις ότι η κακία περισσεύει. Δεν μας αφίνεις μόνους όμως Κύριε, όπως τότε  δεν άφησες τον παράνομο λαό Σου αλλά επέστρεψες.                 
      Δεν ήθελες ούτε θέλεις τον θάνατον του αμαρτωλού, μέχρις ότου επιστρέψει, για να σώσης αυτόν  και να ζήση. Γύρισες όταν πέθανε εκείνος ο αιμασταγής βασιληάς Ηρώδης. Γυρίζεις και μέσα στην καρδιά μας όταν φονεύουμε τον Ηρώδη εγωϊσμό μας. Γύρισες και έζησες ταπεινή Ζωή μαζί με την Παναγία μητέρα Σου και τον θετό φρόνιμα πατέρα Σου, τον συνετό και θεοφοβούμενο Ιωσήφ.
   Γύρισες στην Ναζαρέτ Κύριε, διότι και αυτή την υποτίμηση έπρεπε να δεχθής: Να ονομασθής Ναζωραίος, δηλαδή ανάξιος λόγου άνθρωπος, διότι οι κάτοικοι του μικρού χωριού Ναζαρέτ εθεωρούντο άνθρωποι αγροίκοι και κακοί.
   Ιησους Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων. Ι.Ν.Β.Ι. Αυτά τα αρχικά έγραψε τότε ο Πιλάτος στον Σταυρό Σου.  Ημείς όμως οι πιστεύοντες εις Σε, οι δια Σου σεσωσμένοι  και λελυτρωμένοι γράφουμε στον ‘Αγιο και Τίμιο Σταυρό Σου ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ. Αυτά θα είναι γραμμένα και εις τους αιώνας.
   Δέος και δάκρυα μας καταλαμβάνουν Κύριε. Κύριε- Κύριε είσαι ο γλυκύτατός μας Ναζωραίος  Συ ο Χριστός ο Βασιλεύς της δόξης!.
   Γλυκύτατε Ναζωραίε, μια χάρι Σου ζητώ Κύριε  απόψε: Κοίταξέ μας Κύριε τα παιδιά Σου. Τα αμαρτωλά Κύριε παιδιά Σου. Είμαστε στα πόδια Σου σαν εκείνη την μακαρία Μαρία την αδελφή του Λαζάρου, που πολύ αγάπησε και πολύ φύλαξε τον Λόγο Σου. Χάρισε και σε μας Κύριε εκείνης την μερίδα. Την μερίδα των σωζομένων παιδιών Σου. Την μερίδα της εσωτερικής μας συντριβής αλλά και Αναστάσεως, που δεν αφαιρείται, δεν χάνεται ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην μέλουσσα.
    Κοίταξέ μας Κύριες πάνω από τον Σταυρόν Σου. Κοίταξέ μας και λυπήσου μας. Δώσε μας Κύριε δάκρυα. Δάκρυα μετανοίας. Δάκρυα συγνώμης. Δάκρυα επιστροφής. Δάκρυα γλυκά, δάκρυα σωτηρίας.
         Δώσε μας δάκρυα Κύριε και δέξου τα σαν μύρο της ψυχής μας απόψε, όπως δέχθηκες με τα πολύτιμα Κύριε τα αρώματα μέσα σε λευκό και καθαρό σινδόνι να τυλιχθή από τον ευσχήμονα Ιωσήφ και τις μυροφόρες παρθένες το άχραντον Σώμα Σου.
    Όταν 12 χρονών Κύριε παρέμεινες στον Ναόν του Σολομώντος και εδίδασκες τους σοφούς διδασκάλους, εγνώρισες στην Παναγία μητέρα Σου και στον θετόν πατέρα Σου εκείνο που ήσουν. Πώς και δεν το ξέρετε, τους είπες, ότι Εγώ πρέπει να παραμένω στον οίκον του Πατέρα μου;
   Η Παναγία μητέρα Σου εθαύμασε κι αυτό σημαίνει ότι τίποτε δεν Σου είχε γνωρίσει για την άσπορον γέννησίν Σου. Εθαύμασε και έκρυψε μέσα Της τα θεικά λόγια Σου, διότι μόλις προ ολίγου Σου είχε ονομάσει τον Ιωσήφ πατέρα Σου.
   Θεέ μας Παντογνώστη που γνωρίζεις και τα άδηλα και τα κρύφια της δικής μας ψυχής: Ρίξε ένα βλέμα οίκτου από τον Σταυρόν Σου μέσα στο περιεχόμενο της ψυχής μας. Κάνε την λαμπερή. Κάνε την αγνή. Πλύνε την με τα δάκρυά μας.
    Καθάρισον Κύριε τον ρύπον των ψυχών ημών και σώσον ημάς ως Φιλάνθρωπος.
     Δέκα οχτώ χρόνια ζούσες Κύριε στην υποταγή της παρθένου μητέρας Σου και στις διαταγές του εναρέτου Ιωσήφ. Τριάντα ετών βγήκες στην δημοσίαν ζωήν. Εβαπτίσθης από τον Ιωάννη, ενώ εκείνος είχε την ανάγκη, Σύ Κύριε να τον βαπτίσης.
     Ω πόση η ταπείνωσίς Σου Κύριε.
     Δέχθηκες ο αναμάρτητος σαράντα ημέρες να μείνης νηστικός και διψασμένος , για να νικήσης τον σατανά  για να του δώσης να καταλάβη ότι δεν είχε καμίαν εξουσίαν επάνω Σου Κύριε.
     Εδίδαξες και εθαυματούργησες
     Άπειρα  Κύριε τα θαύματά Σου. Εθεράπευσες τυφλούς, χωλούς, ξηρούς, δαιμονισμένους, κωφούς, λεπρούς και πάντας τους κακώς έχοντας  και ανέστησας τους νεκρούς Κύριε
     Η Ανάστασις του Λαζάρου τρομοκρατεί τους εχθρούς Σου φαρισαίους. Ο λαός Σου στρώνει βάγια και περνάς, ενώ Συ Κύριε είσαι πάνω στο ταπεινό ζώο το γαϊδουράκι, ενώ μπορούσες να ευρίσκεσαι πάνω  σε ένα λαμπροστολισμένο περήφανο άλογο.
     Η ταπείνωσίς Σου Κύριε παντού και πάντα η ταπείνωσίς Σου.
      Την θαυμάζουμε αλλά να την μιμηθούμε δεν μπορούμε. Πληγωνόμαστε με την παραμικρήν αδελφικήν παρατήρησιν, που θα μας κάνουν.
     Ταπεινότατε Κύριε δώσε και σε μας λίγη ταπείνωσι, διότι το «Εγώ μας» μας έχει διχάσει με τον συνάνθρωπο, με τον αδελφό, με τον γείτονα, με τον φίλο μας. Κινδυνεύουμε Κύριε να θρηνήσουμε   μυριάδες θύματα ενός νέου παγκοσμίου πολέμου.
    Η υπερηφάνεια μας Κύριε!  Το «εγώ μας». Αυτό το ψυχιφθόρο και εγκληματικό «εγώ μας»που σε έχει Κύριε δύο χιλιάδες χρόνια καρφωμένο στον Σταυρό.
   Η θυσία Σου μας διδάσκει την θυσία και την μέχρι θανάτου Αγάπη. Εμείς όμως είμαστε τυφλοί Κύριε. Ξέρουμε τι θα πη «άρπαξε και ποδοπάτησε και κυρίευσε και δοξάσου».
    Καλέ μας Κύριε φώτισε τα μάτια της ψυχής μας, ώστε να βρούμε μέσα μας τα αγκάθια του εγωϊσμού μας, να τα ξεριζώσουμε και να φυτεύσης Κύριε σ αυτήν την άγρια ψυχή μας τα λουλούδια της άνοιξης που είναι η ταπείνωσις, οι αρετές, τα χαρίσματα και προ πάντων το τελειότερο από όλα τα χαρίσματα που είναι  η δική Σου Αγάπη, η αγνή, η καθαρή, η ανυστερόβουλη: Η Αγάπη μέχρι τον Γολγοθά: Η Αγάπη που προσφέρει σαν ολοκάυτωμα όλη την ψυχή του ανθρώπου αλλά και το σώμα του.             
     Λίγες ημέρες πέρασαν Κύριε από την θριαμβευτική Σου είσοδον στα Ιεροσόλυμα. Τότε Ωσανά. Ευλογημένος, ο ερχόμενος. Τώρα «Σταυρωθήτω».
     Πού οι χωλοί, πού οι τυφλοί; Πού οι νεκροί που ανέστησες Κύριε; Πού οι μαθηταί Σου να σε υπερασπισθούν όταν κατακρίνεσαι;
         Π Ο Υ Θ Ε Ν Α !!!!!!!!!!!
    Όλοι βουβάθηκαν. Όλοι χάθηκαν. Όλοι κρύφτηκαν για τον φόβο των Ιουδαίων.
      Αγνότατε Κύριε έζησες επί γης ευεργετών και ελεών. Σου μέλλει όμως, μόνος και ανυπεράσπιστος να μείνης στα νύχια της κακίας των γραμματέων και φαρισαίων. Το γνωρίζεις ως παντογνώστης. Αντί όμως να οργισθής στο υπερώον μας παραδίδεις το μάννα της αιωνίου Ζωής  αφού πλύνεις πρώτα τα πόδια των μαθητών Σου, αλλά και αυτού ακόμη του προδότη Ιούδα.
      Πώς είναι δυνατόν να μη σε θαυμάσουμε να μη σε δοξάσουμε, να μην ομολογούμε ότι Συ είσαι ο μονογενής Υιός του Θεού, ο Χριστός, ο Αληθινός Θεός, που υπέμεινες προδοσίαν, φραγκέλωσιν, μαρτυρικήν πορείαν, κολαφισμούς, εμπτυσμούς, Σταυρόν, καρφιά, ακάνθινο στεφάνι και εγκατάλειψιν ακόμη ως ανθρώπου από τον Θεόν Πατέρα στις πιο φρικτές και μαρτυρικές Σου  Κύριε στιγμές, αλλά και θάνατον για να σώσης ημάς τους αχαρίστους, το γένος των φιλαμάρτων ανθρώπων, από τον αιώνιον θάνατον της ψυχής μας από τον εγκλεισμόν της στα μπουντρούμια, στις φρικτές  φυλακές, αλλά και από τον βρυγχμόν και τριγμόν των οδόντων στις παγωμένες λίμνες της αιωνίου κολάσεως;
       Παραδίδεις λοιπόν εις ημάς το Μυστικόν Δείπνον. Ας είναι δοξασμένο αιώνια το Πανάγιον  Όνομά Σου.
      Ύστερα η αγωνία στον κήπο της Σεθσθημανή  Ο ιδρώτας και το αίμα που τρέχει από το πανάγιον πρόσωπό Σου. Εσύ αγωνιάς Κύριε  και οι μαθηταί Σου κοιμούνται. Εσύ όμας αντί να θυμώσης. Τους δικαιολογείς: Το μεν πνεύμα πρόθυμον, λέγεις Κύριε η δε σάρξ ασθενής.
     Πάντα λοιπόν Συ Κύριε θα συγχωρής; Δόξα τη Αγία μακροθυμία Σου Κύριε Δόξα Σοι.
     Ύστερα Κύριε η προδοσία του Ιούδα. Το φίλημα εκείνο Κύριε το φαρμακερό.
      Πόσο τον λυπήθηκες Κύριε τον προδότη; Τον λυπήθηκες , διότι εγνώριζες ποιο θα είναι  το φρικτό χωρίς μετάνοια τέλος του. Η αυτοκτονία-η κρεμάλα. Ο αιώνιος του αχάριστου χωρισμός από Σένα, την Αγάπη και της Ευσπλαχνία.
   Ω Κύριε, οι αλητήριοι, οι αισχροί και ασυνείδητοι και πάσης καταδίκης και τιμωρίας οδηγούν Σένα τον πεντακάθαρο στο κριτήριο των αρχιερέων και χωρίς ίχνος συνειδήσεως θεατρίνων υποκριτών και φαρισαίων, που αντί να Σε πιστεύσουν και να Σε προσκυνήσουν, Σε κατακρίνουν άδικα διότι Σε μισούν.
     Ύστερα η πορεία από τον Άννα στον Καϊάφα.
   Καλέ μου Κύριε, ω καλέ μου Κύριε ύστερα το απάνθρωπο, το εκδικητικό εκείνο χαστούκι του αιμοβόρου δούλου, και μετά η απόφασις του Καϊάφα: Ένοχος. Ποιος; Συ Κύριε που μας έδωσες την Ζωή, την ψυχή, τον κόσμον όλον που μόνον και μόνον για μας εδημιούργησες.
     Χριστέ μου γλυκύτατε, ποίος μπορούσε να αντέξη μια τέτοια φοβερή αδικία, εκτός μόνον από την φιλάνθρωπη καρδιά Σου; Δόξα Σοι Κύριε. Δόξα τη μακροθυμία Σου φιλάνθρωπε Κύριε. Δόξα Σοι.
   Ποιον δικάζετε ω κακούργοι;
   Οι κατάδικοι, οι άξιοι αιωνίου καταδίκης δικάζουν τον αδέκαστον, τον Δίκαιον Κριτήν. Τον δικάζουν και Τον καταδικάζουν.
    Ξέρετε τι κάνετε παράφρονες άνθρωποι; Δεν έχετε επάνω σας ούτε ίχνος  φιλοτιμίας και ντροπής;
    Ω Θεέ και Κύριε! Καταδικάζουν  Εκείνον που εσκόρπισε παντού την Αγάπη και της ευλογίαν. Δεν είναι παραφροσύνη Κύριε αυτή του σκοτισμένου από την αμαρτία αχάριστου ανθρώπου;
    Ναι. Είναι παραφροσύνη, είναι τρέλλα. Γι αυτό πάνω από τον Σταυρό Σου σε λίγο θα πης εκείνο το «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Ναι Κϋριε δεν ήξεραν τι έκαναν. Δεν ξέρουν και σήμερα τι κάνουν οι άνθρωποι, όταν σε βλασφημούν και σε χλευάζουν, σε ειρωνεύονται και σε περιπαίζουν διότι προτίμησαν την αμαρτία και όχι Εσένα.
     Επακολουθεί η επαίσχυντος υποδούλωσις  στην κακία των φαρισαίων του δειλού δικαστού Ποντίου Πιλάτου.
    Έτσι σε ξεγυμνώνουν και σε δέρνουν αλύπητα οι στρατιώτες.
    Γλυκύτατε Νυμφίε της Εκκλησαίας και της ψυχής μας  σε περιπαίζουν, σου φορούν ψεύτικη χλαμύδα και καλάμι σου δίνουν στα χέρια τα καταπληγωμένα για να γελάσουν οι παράνομοι.
     Συ Κϋριε αντί να συντρίψεις αυτούς ως σκεύη κεραμέως, τα δέχεσαι όλα. Κι ύστερα ο ανηφορικός Γολγοθάς, ο Σίμων ο Κηρυναίος, ο Σταυρός, τα καρφιά. Χέρια άγια και πόδια τίμια προσηλωμένα στον Σταυρό.
    Εσύ στο Σταυρό Κύριε και οι παράνομοι διαμοιράζονται τα ιμάτιά Σου και επί τον ιματισμόν Σου (τον άραφο χιτώνα) βάλλουσιν κλήρον.
    Φιλάνθρωπε και Μακρόθυμε Κύριε, Εγώ κουράστηκα να τα γράφω. Συ πως τα άντεξες Γλυκύτατε Κύριε; Δόξα τη μακροθυμία Σου και τώρα και πάντοτε. Αμήν.

                        Οι Τελευταίες Σου στιγμές

  Για τις τελευταίς Σου στιγμές πάνω στον Σταυρό θέλω να γράψω μερικά λόγια γλυκύτατε φιλάνθρωπε Κύριε.
   Από ώρας  έκτης έως ώρας εννάτης  σκότος εγένετο Κύριε, εφ όλην την γην.
  Θεός σταυρώνεται αδελφοί. Θεός μακρόθυμος και πολυέλαιος. Οι σκληρές καρδιές των στρατιωτών όχι μόνον το αντέχουν, αλλά και χαίρονται το φρικτόν έγκλημα.
    Ο ουρανός όμως τα άστρα, ο ήλιος και η γη δεν το δέχονται. Ο ήλιος σκοτίζεται. Τα άστρα ωχριούν. Η σελήνη χάνει το φέγγος αυτής. Η γη σαλεύει από την θέσι της. Παίρνει άλλη κλίσι, διότι ο Θεός ευρίσκεται εις τον Σταυρόν, ο Υιός του Θεού ο μονογενής πάσχει και  πονά ως άνθρωπος πόνους αβάσταχτους και πάθη φρικτά, σηκώνει επάνω Του την  αμαρτίαν όλης της  ανθρωπότητος. Για τον λόγον αυτόν το καταπέτασμα του Ναού σχίζεται εις δύο από επάνω έως κάτω, και τότε οι εχθροί Σου Κύριε τρομοκρατούνται, ενώ ο εκατόνταρχος και οι ισορροπημένοι άνθρωποι νοιώθουν βαθειά μέσα στην ψυχή τους την φοβερήν πράξιν και αναφωνούν: Οντως ήτο Υιός του Θεού.
   Ο ένας ληστής σε βλασφημεί Κύριε σαν να μην έφταναν οι πόνοι Σου και οι βλασφημίες όλων των σταυρωτών. Σε βλασφημεί  και καταδικάζεται αιώνια.
    Ο άλλος όμως ο ευγνώμων ληστής σου ζητεί να τον θυμηθής στην Βασιλεία Σου, διότι Σε πιστεύει: Πιστεύει ότι είσαι ο Θεός  ο αληθινός και ως πρώτος ομολογητής της πίστεως διακυρήττει ότι είσαι ο Κύριος του Ουρανού και της γης. «Μνήσθητί μου Κύριε  εν τη βασιλεία Σου» παρακαλεί  με επίγνωσι της αμαρτολότητός του ο ληστής, «μνήσθητι ημών εν τη βασιλεία Σου Κύριε»  παρακαλούμε τώρα και ημείς  σαν τον ευγνώμονα ληστή.
    Αξιώνεται ο ληστής της Βασιλείας των Ουρανών δια την μετάνοιαν  και ευγνωμοσύνην Του, αλλά και για το αιώνιο κήρυγμά του πάνω από τον Σταυρό, μέσα στους φρικτούς, Κύριε, και αυτός πόνους του. Αιώνια η  Εκκλησία Σου Κύριε θα κηρύττει την ευγνωμοσύνη του, την ομολογία του ότι είσαι ο Θεός ο αναμάρτητος.
    Όταν ο αγνώμων ληστής βλασφημεί εκείνος τον ερωτά: Δεν  φοβάσαι συ τον Θεόν; Να τον φοβηθής γιατί εμείς δίκαια πάσχουμε για τις αμαρτίες μας, και ύστερα το «μνήσθητί μου Κύριε…»
     Σήμερα θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο τον βεβαιώνει ο Χριστός μας: «Λέγω σοι σήμερον έση μετ εμού εν τω Παραδείσω». Μαζί με αυτόν και ημάς βεβαιώνεις Κύριε, ότι αυτό το ποθητό  γεγονός θα γίνη και για μας όλους πραγματικότης, όταν και ημείς σαν τον ληστή μετανοημένοι στο ζητήσουμε με καρδιά συντετριμένη και τεταπεινωμένη: «Μνήσθητι και ημών Κύριε….»
 «Πάντων ημών μνησθείη Κύριος ο Θεός ημών εν τη Βασιλεία Αυτού πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας  των αιώνων.
     Ω πόσον ηγάπησεν η Εκκλησία Σου Κύριε, την φράσιν αυτήν  την ιεράν του ευγνώμονος ληστού!!!
    Σου την θυμίζει Κύριε σε κάθε της Λειτουργίαν κατά την είσοδον, την μεγάλην των αγίων και κατά την στιγμήν της Θείας μεταλήψεως των Αχράντων Σου μυστηρίων.
 «Μνήσθητι ημών  Κύριε εν τη βασιλεία Σου»
    Πλησιάζει Κϋριε το τέλος Σου, αλλά και η ολοκλήρωσις της θυσίας Σου.
 Πρέπει η γραφή κατά πάντα να πληρωθή.
    Διψώ, είπες Κύριε. Διψώ Εσύ που ποτίζεις, διατρέφεις  και συντηρείς Κύριε τα σύμπαντα.
   Διψώ Εσύ, και εμείς τι; Εμείς  ξύδι και χολή Κύριε. Εσύ μάννα στην ανθρωπότητα. Εκείνη σε Σένα χολή.
   Και τότε, μετά το «Θεέ μου Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλιπες Ηλί, Ηλί λαμά σαβαχθανί» μετά η φωνή η μεγάλη. «Τετέλεσται» ήταν αυτή η φωνή. Το είπαν τα καταξηραμένα από την κακίαν και την ασπλαχνίαν της ανθρωπότητος, άχραντα χείλη Σου. «Τετέλεσται» Τελείωσεν η ζωή Σου πάνω στον Σταυρό. Εκεντήθη τότε η πλευρά Σου και ευθύς εξήλθεν αίμα και ύδωρ (νερό) και ο εωρακός μεμαρτύρηκεν  και αληθής εστίν η μαρτυρία αυτού. Ναι το είδε ο αγαπημένος Σου μαθητής και αληθινή είναι η μαρτυρία του.
      Τελείωσε η ζωή Σου για να πορευθείς στον άδη και να σώσης τους απ αιώνων θανόντας, τελείωσε και το Λυτρωτικό έργο Σου. Το έργον της υπερτάτης, για την αγνώμονα ανθρωπότητα, θυσίας Σου Κύριε, που εις ευγνώμονα την μεταβάλλουν τα πάθη Σου, δια να λυτρωθή, να σωθή και από τον λήθαργον της κακότητός της να αφυπνισθή, διότι Σύ το θέλεις Κύριε να σωθή.
     Ο θάνατός Σου αιτία δικής μας ζωής είναι Κύριε. «ο θάνατός Σου Κύριε, ψάλλει ο υμνωδός αθανασίας γέγονε  πρόξενος».
       Επακολουθεί η αποκαθήλωσις. Ο ευσχήμων Ιωσήφ με τις μυροφόρες εκείνες γενναίες γυναίκες τον κατεβάζουν από τον Σταυρό.
     Απόψε μας αξιώνει εμείς να τους αντικαταστήσουμε. Ο Κϋριος αδελφοί μου έπαψε να πονά. Το Άχραντον Σώμα Του θα τυλιχθή με σεντόνι καθαρό-κάτασπρο και θα χρισθή με αρώματά. Σεντόνι απόψε  ας Του κάνουμε πεντακάθαρο την ψυχή μας που τον αγαπά, και αρώματα μυροβόλα ας Του προσφέρουμε τα δάκρυα της ευγνωμοσύνης μας, και τα χείλη κινούμενα από τα τρίσβαθα της αγαπώσης τον Κύριον καρδιάς μας ας ειπούν: Ο ευσχήμων Ιωσήφ από του ξύλου καθελών το άχραντόν Σου Σώμα σινδόνι καθαρά ειλήσας και αρώμασιν εν μνήματι καινώ κηδεύσας απέθετο.
     Υμνούμεν την ταφήν Σου και τα πάθη Σου Κύριε. Σώσον ημάς. Αμήν.
Καλή Ανάσταση σ' όλους σας......

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου